καπνοδοχοκαθαριστής

καπνοδοχοκαθαριστής
ο
καθαριστής των καπνοδόχων: Κάθε δύο τρία χρόνια φέρνουμε καπνοδοχοκαθαριστή.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • καπνοδοχοκαθαριστής — ὁ ο καθαριστής τών καπνοδόχων από την καπνιά που επικάθεται στα εσωτερικά τους τοιχώματα …   Dictionary of Greek

  • φοινίκουρος — (phoenicurus). Στρουθοειδές της οικογένειας των τουρδιδών, γνωστό και με το όνομα κοκκινόκωλος. Έχει συνολικό μήκος περίπου 15 εκ. Ζει στην Ευρώπη και στην κεντροδυτική Ασία και διαχειμάζει στην Αφρική και στην Εγγύς Ανατολή. Το φτέρωμα των… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”